A Homeric dictionary (Greek-English) (Ελληνικά-Αγγλικά ομηρικό λεξικό). 2010.
ἀφέξω — ἀπέχω keep off or away from fut ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
κερτομία — κερτομία, ἡ (Α) [κέρτομος] κερτόμησις*, σκώμμα, χλευασμός («κερτομίας καί χεῑρας ἀφέξω», Ομ. Οδ.) … Dictionary of Greek